Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009

Αύγουστος (πεθαμένο το λικέρ)


Πέρασε και το καλοκαίρι.
Ήθελα και βάρκα τρομάρα μου.
Με δύο κόρες, από τις οποίες η μεγάλη, πανέξυπνη, δεν πατρονάρεται με τίποτα, μόνο ο εθισμός στο αλκοόλ μπορεί να δώσει μια ψευδαίσθηση ηρεμίας. Γύρισα σε μια μισοάδεια Αθήνα.
Μα έχουν τρελαθεί όλοι στην πόλη αυτή; Πρώτη μέρα στην Αθήνα και μια βόλτα χαλάρωσης με την μηχανή έγινε αγώνας δρόμου με κορναρίσματα σφήνες και βρισίδια. Και ακόμη δεν γύρισαν όλοι. Τι σκατά ζωή είναι αυτή δεν καταλαβαίνω.
Πήγα Σύβοτα-Γιάννενα σε 1 ώρα και θέλω 1 ώρα και 15 λεπτά κάθε μέρα για την "δουλεία" μου. Κάτι κάνω λάθος. Πεθαίνουμε όλοι καθε μέρα λίγο λίγο και δεν το καταλαβαίνουμε. Νισάφι πια. Που μεγαλώνω τα παιδιά μου; Σε δύο μέρες, στον θαλασσινό αέρα, έφτιαξε το χρώμα της Άννας σε ροδαλό. Έσφυζε από υγεία, ενέργεια και καλή διάθεση. Σε δυό μέρες, στο μπουρδέλο που ζούμε, κατήφεια, χλωμάδα και γκρίνια. Κάτι κάνω λάθος.
Και οι φωτιές. Μάλιστα. Σπίτια μέσα στα πεύκα, κτηματολόγιο που δεν υπάρχει, μίζες που πρέπει να συνεχίσουν να δίδονται, συνοικίες ολόκληρες αυθαίρετες, παρουσιαστές ειδήσεων, εύποροι κλέφτες και πολιτικοί σχολιάζουν με περισσή υποκρισία ενώ ζούνε μέσα στο δάσος στις περιοχές που κρίνουν ως αυθαίρετες.
Αει στο διάβολο κανάγιες (για να θυμηθώ το λεξιλόγιο του καθηγητή Μυστήριου στον Μπλέκ).
Το μόνο που μένει είναι ο Αύγουστος το βράδι.
Να είχα χίλιες σιωπές να ακούς.